ξεχασμάρα

ξεχασμάρα
η
ξεχασιά, αμνημοσύνη, λησμοσύνη, αφηρημάδα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ξεχασμάρα — η ξεχασιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ξεχασ (πρβλ. αόρ. ξέχασ α) τού ξεχνώ + κατάλ. μάρα (πρβλ. σαστισ μάρα)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”